Αρχική σελίδα » Προβολή νέων

Προβολή νέων

04.01.2021

Εμβολιασμός για την COVID-19 σε ασθενείς με πλασματοκυτταρικές δυσκρασίες και άλλες αιματολογικές κακοήθειες: τι γνωρίζουμε;

Εμβολιασμός για την COVID-19 σε ασθενείς με πλασματοκυτταρικές δυσκρασίες και άλλες αιματολογικές κακοήθειες: τι γνωρίζουμε; 

Στις αρχές Δεκεμβρίου, το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν η πρώτη χώρα στον κόσμο που ενέκρινε ένα εμβόλιο για την COVID-19, ακολούθησε ο Αμερικάνικος Οργανισμός τρόφιμων κα Φαρμάκων (FDA) που ήδη έχει εγκρίνει δύο διαφορετικά εμβόλια και σύντομα οι αρχές της ΕΕ θα εγκρίνουν τουλάχιστον ένα.

Τα εμβόλια γέννησαν την  ελπίδα σε πολλούς ότι τα περιοριστικά μέτρα θα αρθούν σταδιακά και η καθημερινότητα θα επιστρέψει σε «φυσιολογικούς» ρυθμούς. Αν και πράγματι τα εμβόλια είναι το πιο αποτελεσματικό μέσο για να γίνει αυτή η επιστροφή στους προηγούμενους ρυθμούς της ζωής μας αυτό δεν θα γίνει σύντομα.

Πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να έχουν ερωτήσεις σχετικά με τα εμβόλια και τι σημαίνει για αυτούς και ιδιαίτερα αυτοί που πάσχουν από κακοήθη νοσήματα ή άλλα νοσήματα του ανοσοποιητικού, όπως οι ασθενείς με  πλασματοκυτταρικές δυσκρασίες (πολλαπλούν μυέλωμα, μακροσφαιριναιμία Waldenström, AL αμυλοείδωση) ή  άλλα λεμφώματα, και ειδικά όσοι λαμβάνουν θεραπεία ή έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση.

Η τελική επιλογή για τον εμβολιασμό είναι προσωπική υπόθεση. Οι παρακάτω πληροφορίες σκοπεύουν να βοηθήσουν στην επίλυση μερικών από τις απορίες και στην διευκόλυνση της λήψης της απόφασης για τον εμβολιασμό.

 

Πως δρουν τα εμβόλια;

Ο στόχος ενός εμβολίου είναι να εκθέσει το ανοσοποιητικό σύστημα ενός  ατόμου σε μια πρωτεΐνη ή σε ένα κομμάτι/τμήμα του παθογόνου (π.χ. ιό ή βακτήριο) έτσι ώστε να προκαλέσει το ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου αυτού να δημιουργήσει ειδικά ανοσοποιητικά κύτταρα που θα αναγνωρίζουν αυτό το συγκεκριμένο  παθογόνο. Εάν το εμβολιασμένο άτομο εκτεθεί στο παθογόνο αυτό στο μέλλον, τότε το  «προετοιμασμένο»  ανοσοποιητικό σύστημα θα είναι σε θέση να αναγνωρίσει και να σκοτώσει ή να μπλοκάρει τον ιό / βακτήρια, αποτρέποντας έτσι την νόσο ή έστω την σοβαρή νόσο.

 

Γιατί εμβολιαζόμαστε;

Αυτή η ερώτηση είναι σημαντική καθώς η απάντηση μπορεί να έχει αντίκτυπο στη στρατηγική εμβολιασμού που θα χρησιμοποιήσουν οι υγειονομικές αρχές αλλά και στο πώς θα αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα του προγράμματος εμβολιασμού με την πάροδο του χρόνου.

Τα προγράμματα εμβολιασμών  αναπτύσσονται κυρίως για λοιμώξεις που μπορούν να εξαπλωθούν εύκολα μεταξύ των ανθρώπων και μπορούν να προκαλέσουν σημαντική νοσηρότητα (προβλήματα υγείας) και θνησιμότητα (θάνατος). Τέτοια προγράμματα εμβολιασμού υπάρχουν για τους ιούς της πολιομυελίτιδας, της ιλαράς, της παρωτίτιδας, της γρίπης και για μικρόβια όπως της διφθερίτιδας, της μηνιγγίτιδας, του πνευμονιοκοκου κ.α.

Ατομική προστασία

Ο εμβολιασμός μπορεί να προσφέρει ατομική προστασία στο άτομο που έχει εμβολιαστεί, αποτρέποντας την ανάπτυξη της νόσου για την οποία εμβολιάστηκε σε αυτό το άτομο. Ορισμένα εμβόλια προσφέρουν μακροχρόνια προστασία και ως εκ τούτου πρέπει να δοθούν μόνο μία φορά, και μερικά προσφέρουν πιο βραχυπρόθεσμη προστασία και έτσι το εμβόλιο μπορεί να χρειαστεί να επαναληφθεί στο μέλλον για να διατηρηθεί η προστασία. Μέχρι τώρα, δεν γνωρίζουμε εάν τα εμβόλια κατά του SARS-CoV-2 θα προσφέρουν βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη προστασία, αν δηλαδή θα χρειαστεί επανάληψη στο μέλλον.

 

Προστασία του πληθυσμού και «ανοσία της αγέλης»

Η «ανοσία της αγέλης» περιγράφει μια κατάσταση στην οποία αρκετά άτομα σε έναν πληθυσμό είναι απρόσβλητα από μια λοίμωξη (είτε επειδή έχουν νοσήσει και αναρρώσει από την νόσο και έχουν αναπτύξει φυσική ανοσία ή έχουν ανοσία μέσω εμβολιασμού). Σε αυτή την κατάσταση  προστατεύεται όλος ο πληθυσμός,  ακόμη και εκείνα τα άτομα που δεν εμβολιάζονται καθώς η λοίμωξη δεν μπορεί να «πολλαπλασιαστεί» μέσα στον πληθυσμό και ο ρυθμός με τον οποίο μπορεί να εξαπλωθεί η μόλυνση είναι πολύ χαμηλός. Η «ανοσία της αγέλης» επιτυγχάνεται κυρίως με εμβολιασμούς αλλά το ποσοστό του πληθυσμού που θα πρέπει να είναι άνοσο στο παθογόνο ώστε να υπάρχει ικανοποιητική προστασία όλου του πληθυσμού διαφέρει για κάθε παθογόνο και είναι άγνωστο για τον SARS-CoV-2. Σε ιούς που μεταδίδονται εύκολα απαιτείται υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού με ανοσία ώστε να υπάρξει «ανοσία της αγέλης»

 

Ποιοι είναι οι στόχοι του προγράμματος εμβολιασμού  και ποιοι θα έχουν προτεραιότητα;

Οι αρχικοί στόχοι κάθε προγράμματος εμβολιασμού είναι να παρέχει ατομική  προστασία σε όσους είναι πιο ευάλωτοι στις επιπλοκές της COVID-19. Επομένως, καθώς το πρόγραμμα εμβολιασμών ξεκινά, η σειρά προτεραιότητας για την χορήγηση του εμβολίου θα βασιστεί σε αυτή την ανάγκη και οι υγειονομικές αρχές θα εκδώσουν σαφείς οδηγίες  σχετικά με τη διαδικασία και τη σειρά προτεραιότητας των ατόμων που θα εμβολιαστούν.

Σε άλλα κράτη (π.Χ. Ηνωμένο Βασίλειο) η «σειρά προτεραιότητας» είναι δημοσιευμένη και είναι η ακόλουθη :

1. Όσοι διαμένουν σε οίκους ευγηρίας και οι φροντιστές τους

2. Όλα τα άτομα 80 ετών και άνω και οι εργαζόμενοι στην υγεία και την κοινωνική μέριμνα

3. Όλα τα άτομα 75 ετών και άνω

4. Όλα τα άτομα 70 ετών και άνω και άτομα που θεωρούνται κλινικά ευάλωτα

5. Όλα τα άτομα 65 ετών και άνω

6. Όλα τα άτομα ηλικίας 16 έως 64 ετών με υποκείμενα νοσήματα  που θεωρείται ότι είναι σε υψηλότερο κίνδυνο για σοβαρή νόσου και θάνατο

7. Όλα τα άτομα 60 ετών και άνω

8. Όλα τα άτομα 55 ετών και άνω

9. Όλα τα άτομα 50 ετών και άνω κ.ο.κ

 

Σύμφωνα με τις οδηγίες που έχουν δημοσιευθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο ως «κλινικά εξαιρετικά ευάλωτα άτομα» θεωρούνται 

 

  • λήπτες μεταμόσχευσης συμπαγών  οργάνων (π.χ νεφρού, ήπατος καρδιάς, πνεύμονα κ.α)
  • άτομα με συγκεκριμένες νεοπλασίες:
    • άτομα με καρκίνο που υποβάλλονται σε χημειοθεραπεία
    • άτομα με καρκίνο του πνεύμονα που υποβάλλονται σε ριζική ακτινοθεραπεία
    • άτομα με νεοπλασίες του αίματος ή του μυελού των οστών, όπως λευχαιμία, λέμφωμα ή μυέλωμα που βρίσκονται σε οποιοδήποτε στάδιο θεραπείας
    • άτομα που λαμβάνουν ανοσοθεραπεία ή άλλες χρόνιες θεραπείες αντισωμάτων για νεοπλασίες
    • άτομα που λαμβάνουν άλλες στοχευμένες αντινεοπλασματικές θεραπείες που μπορούν να επηρεάσουν το ανοσοποιητικό σύστημα, όπως αναστολείς πρωτεϊνικής κινάσης ή αναστολείς PARP
    • άτομα που είχαν υποστεί μεταμόσχευση μυελού των οστών ή αρχεγόνων αιμοποιητικών  κυττάρων τους τελευταίους 6 μήνες ή που εξακολουθούν να λαμβάνουν ανοσοκαταστολή
    • άτομα με σοβαρές αναπνευστικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της κυστικής ίνωσης, σοβαρού άσθματος και σοβαρής χρόνιας αποφρακτικής πνευμονικής νόσου (ΧΑΠ)
    • άτομα με σπάνιες ασθένειες που αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο λοιμώξεων (όπως σοβαρή συνδυασμένη ανοσοανεπάρκεια (SCID), ομόζυγη δρεπανοκυτταρική αναιμία)
    • άτομα που λαμβάνουν  ανοσοκατασταλτική θεραπεία σε δόση και σχήμα που μπορεί να αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο μόλυνσης
    • άτομα με σπληνεκτομή ή λειτουργική ασπληνία
    • ενήλικες με σύνδρομο Down
    • ενήλικες σε αιμοκάθαρση ή με χρόνια νεφρική νόσο (στάδιο 5)
    • γυναίκες που είναι έγκυες με σημαντικές καρδιακές παθήσεις (συγγενείς ή επίκτητες)

 

Έτσι, εξ ορισμού, όλα τα άτομα με συμπωματικές πλασματοκυτταρικές δυσκρασίες (πολλαπλούν μυέλωμα, AL αμυλοείδωση και λεμφώματα  που λαμβάνουν θεραπεία) ανήκουν τουλάχιστον στην κατηγορία 4, σε αυτή την ταξινόμηση.

Τα παραπάνω ΔΕΝ ΙΣΧΥΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.

Στην Ελλάδα, μέχρι αυτή την στιγμή, δεν έχει δημοσιοποιηθεί αναλυτικά ο κατάλογος προτεραιότητας αλλά πιθανά να μην είναι πολύ διαφορετικός. Επίσης, δεν υπάρχει μέχρι αυτή την στιγμή κάποια δημοσιευμένη οδηγία για  τον εμβολιασμό των στενών επαφών των ατόμων που βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο (δηλαδή των μελών της άμεσης οικογένειας με την οποία ζουν)

 

Ποια είναι η διαφορά μεταξύ των διαφορετικών εμβολίων

Υπάρχουν πάνω από 300 διαφορετικά εμβόλια που αναπτύσσονται κατά του SARS-CoV-2 (COVID-19). Για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα εμβόλιο στην Ελλάδα, θα πρέπει να εγκριθεί για χρήση από την ρυθμιστική αρχή της ΕΕ. Ο οργανισμός αυτός (ΕΜΕΑ) εξετάζει τα δεδομένα και εγκρίνει τη χρήση ενός εμβολίου με βάση την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα που έχει δείξει στις ανάλογες κλινικές δοκιμές. Παρά την ταχεία έγκριση των εμβολίων από τις ρυθμιστικές αρχές, κανένα από τα απαραίτητα στάδια της αξιολόγησης δεν έχει παραληφθεί.

Υπάρχουν τρεις εταιρείες που έχουν αναφέρει τα δεδομένα από τα εμβόλια τους μέχρι τώρα και πρέπει να σημειωθεί ότι κανένα από αυτά δεν είναι «ζωντανό» εμβόλια.

Με βάση τα δημοσιευμένα δεδομένα το εμβόλιο της Pfizer-BioNTech είναι έως και 95% αποτελεσματικό, το εμβόλιο της Moderna είναι 94% αποτελεσματικό και το εμβόλιο της Οξφόρδης/AstraZeneca μεταξύ 62-90% αποτελεσματικό ανάλογα με τη δόση που δόθηκε.

Όλες οι κλινικές δοκιμές έχουν διεξαχθεί σε χιλιάδες άτομα. Αρκετά από τα άτομα που συμμετείχαν είχαν υποκείμενα προβλήματα υγείας, αλλά γενικά τα άτομα με κακοήθειες που λάμβαναν χημειοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία δεν συμμετείχαν σε αυτές τις κλινικές δοκιμές.

Τη στιγμή αυτή το εμβόλιο από την Pfizer-BioNTech και από της Moderna έχουν εγκριθεί στις ΗΠΑ, και το εγκριθεί της Pfizer-BioNTech στο Ηνωμένο Βασίλειο ενώ αναμένεται η έγκριση από την ΕΕ.  Σχετικά με το εμβόλιο της AstraZeneca-Oxford δεν έχουμε προς το παρόν κάποια έγκριση.

  • Εμβόλια Messenger RNA (mRNA): (δηλ. Περιέχουν το γενετικό κώδικα για ένα μέρος μιας πρωτεΐνης του ιού): Το mRNA εισέρχεται στα κύτταρα και επιτρέπει την παραγωγή του τμήματος μιας πρωτεΐνης ιού από τα προσβεβλημένα κύτταρα, τα οποία με τη σειρά τους διεγείρουν τα κύτταρα του ανοσοποιητικού να στοχεύσουν συγκεκριμένα αυτήν την πρωτεΐνη.

Τα πλεονεκτήματα σε αυτό είναι ότι είναι πιο γρήγορο και φθηνότερο να γίνει αυτό το εμβόλιο από άλλους τύπους και θα μπορούσε θεωρητικά να τροποποιηθεί πιο εύκολα σε περίπτωση αλλαγής / μετάλλαξης του ιού. Το μειονέκτημα είναι ότι πρέπει να αποθηκεύεται σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες και συνεπώς δεν είναι εύκολο να μεταφερθεί και να αποθηκευτεί.

Τα εμβόλια Moderna και Pfizer χρησιμοποιούν αυτήν την τεχνολογία.

  • Εμβόλιο ιικού φορέα: ένας αποδυναμωμένος αβλαβής ιός τροποποιείται για να συμπεριλάβει το γονίδιο που κωδικοποιεί μία από τις πρωτεΐνες του κορονοϊού (την πρωτεΐνη-ακίδα). Όταν αυτό χορηγείται σε ένα άτομο, ο ιός εισέρχεται σε κύτταρα επιτρέποντας την παραγωγή της πρωτεΐνης και το ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου αυτού ενεργοποιείται για τη δημιουργία αντισωμάτων και άλλων κυττάρων του ανοσοποιητικού που στοχεύουν συγκεκριμένα αυτήν την πρωτεΐνη.

Το εμβόλιο της Οξφόρδης με την AstraZeneca χρησιμοποιεί αυτήν την τεχνολογία.

Χρησιμοποιούνται επίσης άλλες τεχνολογίες για την παρασκευή εμβολίων κατά της COVID-19, αλλά βρίσκονται ακόμα σε πρωιμότερα στάδια ανάπτυξη.

 

Πολλές φαρμακευτικές εταιρείες διεξάγουν επίσης κλινικές δοκιμές που εξετάζουν την αποτελεσματικότητα των «κοκτέιλ αντισωμάτων» με σκοπό την παροχή βραχυπρόθεσμης ανοσίας έναντι του SARS-CoV-2 σε ασθενείς που έχουν κατεσταλμένο  ανοσοποιητικό σύστημα και για τους οποίους οι εμβολιασμοί μπορεί να είναι λιγότερο αποτελεσματικοί. Περιμένουμε τα αποτελέσματα αυτών των δοκιμών με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

 

Πιο εμβόλιο είναι το καλύτερο για ασθενείς με μυέλωμα ή λεμφώματα ;

Προς το παρόν, κάθε εταιρεία που αναπτύσσει εμβόλια διεξάγει τις κλινικές δοκιμές με σκοπό να εξετάσει την αποτελεσματικότητα του αντίστοιχου εμβολίου, και έτσι δεν διεξάγονται δοκιμές που να συγκρίνουν την αποτελεσματικότητα των διαφορετικών εμβολίων. Δεν γνωρίζουμε ποιο εμβόλιο θα αποδειχθεί το πιο αποτελεσματικό ή ασφαλέστερο γενικά ή για άτομα με πλασματοκυτταρικές δυσκρασίες ή λεμφώματα ή άλλες αιματολογικές κακοήθειες. Έτσι , κάτω από τις παρούσες συνθήκες, θα χρησιμοποιηθεί το εμβόλιο που θα είναι διαθέσιμο.

 

Είναι το εμβόλιο αποτελεσματικό για ασθενείς με μυέλωμα ή λεμφώματα ;

Κανένας εμβολιασμός δεν είναι 100% αποτελεσματικός σε κανέναν. Επίσης δεν διατρέχουν όλοι τον ίδιο κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό. Αυτός ο κίνδυνος  εξαρτάται και από την κατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος αλλακ και από τις προφυλάξεις που λαμβάνονται ώστε να αποφευχθεί η έκθεση στον ιό. Η αποτελεσματικότητα ενός εμβολίου μετράται σε κλινικές δοκιμές μετρώντας τον αριθμό των μολύνσεων από COVID-19 σε άτομα που έλαβαν το πραγματικό εμβόλιο έναντι αυτών που έλαβαν εικονικό φάρμακο (placebo).

Η μέτρηση των επιπέδων των αντισωμάτων μετά τον εμβολιασμό μπορεί να πραγματοποιηθεί, αλλά δεν θα ξέρουμε για πολλούς μήνες εάν αυτό μεταφράζεται σε ανοσία,  καθώς τα επίπεδα τους μπορεί να μειωθούν με την πάροδο του χρόνου και επιπλέον αυτή η μέτρηση δεν λαμβάνει υπόψη άλλους μηχανισμούς του ανοσοποιητικού όπως την απόκριση των Τ λεμφοκυττάρων.

Υπάρχει μια θεωρητική πιθανότητα αλλά και προηγουμένη εμπειρία με άλλα εμβόλια, ότι αυτά τα εμβόλια μπορεί να μην είναι τόσο αποτελεσματικά σε άτομα με πλασματοκυτταρικές δυσκρασίες ή λεμφώματα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το ανοσοποιητικό σύστημα έχει υποστεί μεταβολές και πιθανά καταστολή  από την ύπαρξη μιας αιματολογική κακοήθειας όπως το μυέλωμα ή η μακροσφαιριναιμία ή άλλα λεμφώματα αλλά και από τις θεραπείες που χορηγούνται για τα νοσήματα αυτά. Έτσι,  ενδέχεται το ανοσοποιητικό σύστημα των ασθενών με ΠΜ ή λεμφώματα να μην μπορέσει να παρουσιάσει μια πολύ καλή ανοσολογική απόκριση όταν χορηγηθεί ο εμβολιασμός. Αυτός όμως δεν είναι λόγος να μην γίνει ο εμβολιασμός, καθώς μπορεί να παρέχει κάποια προστασία, αλλά πρέπει επίσης οι ασθενείς να είναι προσεκτικοί και να προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο έκθεσης στον ιό. Με τον καιρό, καθώς ένα αυξανόμενο ποσοστό του πληθυσμού θα εμβολιάζεται, ο επιπολασμός του ιού θα μειωθεί, μειώνοντας την ανάγκη για ελαχιστοποίηση των κοινωνικών επαφών.

 

Είναι τα εμβόλια ασφαλή για άτομα με πλασματοκυτταρικές δυσκρασίες ή λεμφώματα

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, παρά την ταχεία έγκριση του εμβολίου της Pfizer και της Moderna, έχουν ήδη πραγματοποιηθεί αυστηρές κλινικές δοκιμές. Τα δεδομένα από προκλινικές μελέτες και τις συνεχείς δοκιμές του εμβολίου με τη συμμετοχή δεκάδων χιλιάδων ατόμων (43.000 άτομα έως σήμερα έχουν ενταχθεί στις μελέτες του εμβολίου της Pfizer  και περισσότερα από  30.000 στις μελέτες της Moderna).

Αυτές οι μελέτες  περιλαμβάνουν επίσης ελέγχους της διαδικασίας παραγωγής και της ποιότητας, καθώς και ανεξάρτητους ελέγχους σε παρτίδες του εμβολίου από ειδικούς επιστήμονες. Τα δεδομένα εξετάζονται καθημερινά και συγκεντρώνονται για να διασφαλιστεί ότι θα διερευνηθεί κάθε νέα πληροφορία. Εάν προκύψουν ανησυχίες κατά τη διάρκεια αυτής της προσεκτικής παρακολούθησης, οι αρχές θα εκδώσουν προειδοποιήσεις για την αποφυγή εμβολιασμού ορισμένων ομάδων ή την απόσυρση του εμβολίου εντελώς.

Δεν υπάρχει λόγος να υποπτευόμαστε ότι τα άτομα με πλασματοκυτταρικές δυσκρασίες ή λεμφώματα διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από τον υπόλοιπο πληθυσμό  από αυτά τα εμβόλια αλλά και ούτε ότι μπορεί να αλληλεπιδρούν με οποιοδήποτε υπάρχον φάρμακο. Εάν όμως έχετε οποιεσδήποτε ανησυχίες ή ιστορικό σχετικό με αλλεργίες ή σχετικά με τα φάρμακα που λαμβάνετε, συνιστούμε να μιλήσετε με τον γιατρό σας, πριν από τη χορήγηση του εμβολίου.

 

Μπορεί να συγχορηγηθεί το εμβόλιο της COVID με το εμβόλιο της γρίπης;

Δεν υπάρχουν προς το παρόν στοιχεία σχετικά με τη συγχορήγηση των εμβολίων για τον COVID με άλλα. Ορισμένες αρχές συμβουλεύον  ότι εάν είναι δυνατόν, πρέπει οι εμβολιασμοί να γίνονται με κάποια απόσταση, τουλάχιστον 7 ημέρων ώστε  σε περίπτωση που εμφανιστεί κάποια αντίδραση σε έναν, τότε να είναι δυνατό να προσδιοριστεί σε ποιον ήταν. Καλύτερα θα ήταν οι εμβολιασμοί να απέχουν 3-4 εβδομάδες μεταξύ τους. Καθώς το εμβόλιο της Pfizer απαιτεί δύο δόσεις με απόσταση 3 εβδομάδων και της Moderna επίσης σε δύο δόσεις με απόσταση ενός μήνα, εάν δεν έχει γίνει ακόμα το εμβόλιο της της γρίπης για φέτος, θα ήταν λογικό να γίνει το συντομότερο, πριν ξεκινήσει το πρόγραμμα εμβολιασμών για την COVID-19.

 

Θα πρέπει οι ασθενείς με μυέλωμα, λεμφώματα ή άλλες  αιματολογικές κακοήθειες να κάνουν το εμβόλιο

Η ανάπτυξη εμβολίων κατά του SARS-CoV-2 παρέχει την πρώτη πραγματική ευκαιρία προστασίας από την COVID-19. Τελικά όμως κάθε άτομο θα λάβει μια προσωπική απόφαση για τη λήψη του εμβολίου όταν αυτό του προσφερθεί. Ελπίζουμε αυτές οι πληροφορίες να είναι χρήσιμες στη διαδικασία της λήψης αυτής της απόφασης.

Όμως, ακόμα και μετά τη λήψη του εμβολίου, η ζωή δεν θα επιστρέψει αμέσως στους φυσιολογικούς της ρυθμούς, καθώς για τον εμβολιασμό του πληθυσμού σε τόσο μεγάλη κλίμακα θα χρειαστούν μήνες και επιπλέον θα χρειαστεί ακόμα περισσότερος χρόνος για να δημιουργηθεί και να επιβεβαιωθεί η ανάπτυξη ικανοποιητικής «ανοσίας της αγέλης» καθώς και η διάρκειά της στον χρόνο. Εν τω μεταξύ, οι θα πρέπει να συνεχιστεί η λήψη μέτρων  προφύλαξης όπως η αποφυγή συνωστισμού, η χρήση μάσκας, το πλύσιμο χεριών κλπ